του Μανώλη Μανωλεδάκη, αντιπρόεδρου της Φιλελευθερης Συμμαχίας (το άρθρο αποτελεί απόσπασμα απο μεγαλύτερο άρθρο που δημοσιεύθηκε στο e-rooster)
Για τους φιλελεύθερους το κράτος-έθνος αποτελεί αναχρονισμό στο βαθμό που δεν αναγνωρίζει τον διαφορετικό εθνικό αυτοπροσδιορισμό κάποιων πολιτών του, που επιβάλλει περιορισμούς προς όφελος μιας θρησκείας ή γλώσσας, που ορθώνει κάθε είδους προστατευτικά τείχη για να μην αλωθούν τα εθνικά μονοπώλια από «ξένους», που καλλιεργεί συγκεκριμένους εθνικούς μύθους… Αυτό το κράτος-έθνος που βασιζόταν στην ιδεοληψία της φυλετικής, θρησκευτικής και γλωσσικής ομοιογένειας και καθαρότητας ευθύνεται για τις εθνοκαθάρσεις του 20ού αιώνα, με ποιο πρόσφατο παράδειγμα αυτό της Γιουγκοσλαβίας. Για αυτόν τον τύπου εθνικού-κράτους οι Έλληνες φιλελεύθεροι, πράγματι, αισθάνονται αποστροφή. Αυτή η αποστροφή για τον συγκριμένο τύπο κράτους-έθνους ερμηνεύεται από τους διαστρεβλωτές του φιλελευθερισμού σαν αδιαφορία των Ελλήνων φιλελευθέρων για το εθνικό συμφέρον. Είναι όμως έτσι, ή έτσι βολεύει τους πολέμιούς του;
Για τους φιλελεύθερους συλλογικές έννοιες όπως το «Έθνος» δεν δικαιολογούν δικαιώματα περισσότερα και πέραν αυτών που έχει το κάθε μέλος του συγκεκριμένου «Έθνους» ξεχωριστά. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να αποτελέσει τη βάση για ένα νέο εθνισμό, που τοποθετείται στον αντίποδα του εθνικισμού, και που αποτελεί το μόνο πλαίσιο που εγγυάται την πλήρη εφαρμογή των ατομικών δικαιωμάτων στις σύγχρονες πολυεθνικές, πολυφυλετικές κοινωνίες. Ο νέος εθνισμός αποτελεί και τη μόνη ρεαλιστική λύση στην αλλαγή της πληθυσμιακής συγκρότησης των κοινωνιών δίνοντας στους κάθε λογής εθνικά αυτοπροσδιοριζόμενους πολίτες να αντιλαμβάνονται την ένταξή τους στο «Έθνος» όχι σε κάποια κοινή καταγωγή, θρησκεία, ράτσα ή παράδοση, αλλά σαν συμπερίληψή τους σε ένα σύστημα κανόνων που προστατεύει τα ατομικά τους δικαιώματα και ελευθερίες. Δείγμα αυτού του νέου εθνισμού αποτελούν δυτικά κράτη-«Έθνη» όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία στα οποία η «εθνική» συνείδηση παραπέμπει σε ένα κοινό αίσθημα αποδοχής συγκεκριμένων αξιών και κανόνων που υπαγορεύει το Σύνταγμα και οι νόμοι και που προστατεύουν το δικαίωμα του κάθε ένα να αισθάνεται πχ. Ελληνοαμερικάνος και να παρελαύνει, ενώπιον επισήμων του ελληνικού κράτους, κραδαίνοντας ελληνικές σημαίες στην 5η λεωφόρο της Νέας Υόρκης την 25η Μαρτίου κάθε χρόνου.
Δείγμα αυτού του νέου εθνισμού αποτελούν δυτικά κράτη-«Έθνη» όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Αυστραλία στα οποία η «εθνική» συνείδηση παραπέμπει σε ένα κοινό αίσθημα αποδοχής συγκεκριμένων αξιών και κανόνων που υπαγορεύει το Σύνταγμα και οι νόμοι
Αυτού του τύπου το εθνικό συμφέρον υπερασπίστηκαν στους παγκόσμιους πολέμους που συμμετείχαν, για παράδειγμα, οι αμερικανοί στρατιώτες δηλαδή από κοινού Έλληνες, Ινδιάνοι, Αφροαμερικάνοι, Ιρλανδοί, Ισπανόφωνοι, Ιταλοί και άλλοι που πέραν της κοινής στρατιωτικής στολής που φορούσαν ήξεραν ότι πολεμούσαν κατά ενός ολοκληρωτισμού που αν επικρατούσε θα τους καταργούσε, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζονται ελεύθερα όπως επιθυμούν, να τηρούν ελεύθερα τις παραδόσεις τους και να ευημερούν στα πλαίσια ενός συστήματος που δίνει αδιάκριτα σε όλους ίσες ευκαιρίες και εγγυάται την ισότητα απέναντι στον Νόμο. Αυτή είναι για τους φιλελεύθερους η σύγχρονη έννοια του εθνικού συμφέροντος και για αυτό το εθνικό συμφέρον προτείνουν συγκεκριμένα μέτρα περιφρούρησής του.
Το εθνικό συμφέρον, για τους φιλελεύθερους, εμπεριέχει την προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μέσω αποτελεσματικής αμυντικής θωράκισής της δεδομένου ότι η προάσπιση τής εδαφικής ακεραιότητας τής χώρας αποτελεί ταυτόχρονα προάσπιση των ατομικών ιδιοκτησιών και του γεωγραφικού χώρου στον οποίο έχουν εφαρμογή τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των πολιτών της. Οι Έλληνες φιλελεύθεροι προτείνουν σύγχρονο και αποτελεσματικό στρατό για την προστασία της χώρας από πιθανούς εξωτερικούς εχθρούς που θα επιδίωκαν την βίαιη προσάρτηση εδαφών της χώρας, σε αντίθεση με όσους αποδεικνύουν μια παρωχημένη και επικίνδυνη για την ασφάλεια της χώρας προσκόλληση σε αμυντικές δομές που εξυπηρετούν πόλεμο χαρακωμάτων του πρώτου παγκοσμίου πολέμου και όχι σύγχρονες αμυντικές ανάγκες. Για τον λόγο αυτό οι Έλληνες φιλελεύθεροι προτείνουν την κατάργηση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, και τη σταδιακή μετατροπή του στρατού σε επαγγελματικό, αντιλαμβανόμενοι –μόνοι στην Ελλάδα- ότι μόνο υψηλού επιπέδου επαγγελματίες μπορούν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τη τεχνολογική πολυπλοκότητα των σύγχρονων οπλικών συστημάτων με τα οποία διεξάγονται οι σύγχσύγχρονοι πόλεμοι.
Οι Έλληνες φιλελεύθεροι θεωρούν ότι το εθνικό συμφέρον δεν περιορίζεται μόνο στην προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, αλλά συμπεριλαμβάνει, προϋποθέτει και εξυπηρετείται από την ύπαρξη μιας ισχυρής οικονομίας, κοινωνικής συνοχής, ενός εμπεδωμένου κράτους δικαίου και την συμμετοχή της χώρας στους δυτικούς θεσμούς (Ευρωπαϊκή Ένωση, Συμβούλιο της Ευρώπης, ΝΑΤΟ).
Οι κατηγορίες κατά των φιλελεύθερων ως «αδιάφορων για το εθνικό συμφέρον» συσκοτίζουν τον ρόλο αυτών που αποδεδειγμένα έβλαψαν το εθνικό συμφέρον, επικαλούμενοι συνήθως την εξυπηρέτηση του
Οι κατηγορίες περί των «αδιάφορων για το εθνικό συμφέρον» φιλελευθέρων παραγνωρίζουν ότι στις φιλελεύθερες ιδέες και τους φορείς τους οφείλει το νεοελληνικό κράτος την ύπαρξη του και τα φιλελεύθερα συντάγματα των πρώτων εθνοσυνελεύσεων. Οι κατηγορίες αυτές όταν απευθύνονται στους σημερινούς έλληνες φιλελεύθερους κρύβουν το μείζον πρόβλημα του καιρού μας, δηλαδή την επιδείνωση όλων των παραγόντων που συνιστούν το εθνικό συμφέρον εξαιτίας καταστροφικών πολιτικών των κυβερνήσεων των τελευταίων τριάντα ετών. Οι κατηγορίες κατά των φιλελεύθερων ως «αδιάφορων για το εθνικό συμφέρον» συσκοτίζουν τον ρόλο αυτών που αποδεδειγμένα έβλαψαν το εθνικό συμφέρον, επικαλούμενοι συνήθως την εξυπηρέτηση του, και οι οποίοι ευθύνονται για τη διάλυση της οικονομίας, τη μετατροπή της κοινωνίας σε αρένα διαμάχης παρασιτικών ομάδων, την αντικατάσταση της ισχύος του νόμου από το «δίκιο» του ισχυροτέρου και την υποβάθμιση του ρόλου της χώρας σε, απομακρυσμένη από τη Δύση, βαλκανική επαρχία. Σε αυτόν τον κατήφορο της Ελλάδας, οι φιλελεύθεροι, παλιοί και νέοι, ήταν οι μόνοι που με συνέπεια αντέδρασαν και συνεχίζουν να αντιδρούν, πληρώνοντας βαρύτατο πολιτικό κόστος.